Η υπερπλασία του ενδομητρίου (της εσωτερικής επένδυσης της μήτρας) αναφέρεται στην πάχυνση αυτής της επένδυσης, η οποία μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία, ειδικά μεταξύ των περιόδων ή μετά την εμμηνόπαυση. Η υπερπλασία του ενδομητρίου μπορεί να είναι καλοήθης ή προκαρκινική και, σε σπάνιες περιπτώσεις, να εξελιχθεί σε καρκίνο του ενδομητρίου.
Η υστεροσκόπηση είναι μία από τις κύριες διαγνωστικές και θεραπευτικές μεθόδους για την αξιολόγηση και αντιμετώπιση της υπερπλασίας του ενδομητρίου.
Η υπερπλασία του ενδομητρίου είναι μια ανώμαλη ανάπτυξη των κυττάρων στην επένδυση της μήτρας (ενδομήτριο). Εάν τα κύτταρα αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα, μπορεί να οδηγήσουν σε αιμορραγία ή ακόμη και σε καρκίνο του ενδομητρίου, αν και η πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι καλοήθεις.
Οι κύριες αιτίες της υπερπλασίας του ενδομητρίου περιλαμβάνουν:
Τα συνηθέστερα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
Η υστεροσκόπηση χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και τη θεραπεία της υπερπλασίας του ενδομητρίου.
Η υστεροσκόπηση επιτρέπει στον γιατρό να δει άμεσα το εσωτερικό της μήτρας και να διαπιστώσει τυχόν ανωμαλίες στον ιστό του ενδομητρίου. Συγκεκριμένα:
Κατά τη διάρκεια της υστεροσκόπησης, μπορεί να ληφθεί βιοψία από το ενδομήτριο για να εξεταστεί αν υπάρχουν προκαρκινικές ή καρκινικές αλλοιώσεις. Η βιοψία είναι απαραίτητη για να διαγνωστεί με ακρίβεια η υπερπλασία και να καθοριστεί αν είναι καλοήθης ή αν απαιτεί περαιτέρω θεραπεία.
Σε περιπτώσεις υπερπλασίας του ενδομητρίου, η υστεροσκόπηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την άμεση θεραπεία:
Η αφαίρεση του ενδομητρίου μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των συμπτωμάτων, όπως η υπερβολική αιμορραγία, και να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου.
Μετά την αφαίρεση του υπερπλαστικού ενδομητρίου, μπορεί να απαιτείται παρακολούθηση με υστεροσκόπηση ή άλλες διαγνωστικές μεθόδους για να διαπιστωθεί αν η κατάσταση έχει επανεμφανιστεί.
Αν και η υστεροσκόπηση είναι μια ασφαλής διαδικασία, υπάρχουν μερικοί κίνδυνοι, όπως:
Η υστεροσκόπηση είναι μια εξαιρετική μέθοδος για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση της υπερπλασίας του ενδομητρίου. Παρέχει την ευκαιρία για άμεση διάγνωση και θεραπεία, ενώ επιτρέπει τη λήψη βιοψίας για να προσδιοριστεί αν η υπερπλασία είναι προκαρκινική ή καρκινική. Η διαδικασία είναι ελάχιστα επεμβατική και προσφέρει σημαντικά οφέλη, τόσο στη διάγνωση όσο και στην αποκατάσταση των συμπτωμάτων που προκαλεί η υπερπλασία του ενδομητρίου.
Δρ. Στέλιος Κώτσης MD
Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος
Dd Medizinische Hochschule Hannover